Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

νιτρικός, νιτρική, νιτρικό

         
nitrate

         

Ερμηνεία:

Ένα άλας ή εστέρας νιτρικού οξέος, που περιέχει το ανιόν NO3 ή την ομάδα -NO3.

Ως ρήμα σημαίνει την επεξεργασία (μιας ουσίας) με νιτρικό οξύ, ειδικά για να εισαχθούν νιτροομάδες.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Χημεία: